τηλεδιάγνωση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τηλεδιάγνωση | οι | τηλεδιαγνώσεις |
γενική | της | τηλεδιάγνωσης | των | τηλεδιαγνώσεων |
αιτιατική | την | τηλεδιάγνωση | τις | τηλεδιαγνώσεις |
κλητική | τηλεδιάγνωση | τηλεδιαγνώσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τηλεδιάγνωση (νεολογισμός) < λόγιο ενδογενές δάνειο: (άμεσο δάνειο) αγγλική telediagnosis < αρχαία ελληνική τῆλε (τηλε-) + διάγνωσις < διαγιγνώσκω < γιγνώσκω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *ǵneh₃-- (γνωρίζω)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ti.leˈði̯a.ɣno.sis/ & /ti.leˈðʝa.ɣno.sis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τη‐λε‐δι‐ά‐γνω‐σις
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τηλεδιάγνωση θηλυκό
- (ιατρική) διάγνωση που γίνεται από μακριά, από απόσταση, με τη βοήθεια της τεχνολογίας ή άλλων μέσων
Υπώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τηλεδιάγνωση
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'παγκοσμιοποίηση' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα τηλε- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)