τηλεκπαίδευση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τηλεκπαίδευση οι τηλεκπαιδεύσεις
      γενική της τηλεκπαίδευσης των τηλεκπαιδεύσεων
    αιτιατική την τηλεκπαίδευση τις τηλεκπαιδεύσεις
     κλητική τηλεκπαίδευση τηλεκπαιδεύσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τηλεκπαίδευση: νεολογισμός του 21ου αιώνα < τηλ(ε)- + εκπαίδευση, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική teletraining

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ti.lekˈpe.ðef.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τη‐λεκ‐παί‐δευ‐ση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τηλεκπαίδευση θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Υπώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]