υδατόσημο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υδατόσημο < υδατό- (αρχαία ελληνική ὕδωρ) + σήμα + -ο
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.ðaˈto.si.mo/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υδατόσημο ουδέτερο
- σχέδιο ή εικόνα που έχουν αποτυπωθεί σε κάποιο χαρτί με κατάλληλη διάταξη των ινών στο στάδιο κατασκευής του χαρτιού και που είναι ορατά όταν πίσω από το χαρτί υπάρχει φωτεινή πηγή
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- ψηφιακό υδατόσημο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- υδατόσημο στη Βικιπαίδεια