φάκνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φάκνα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φάκνα θηλυκό
- γενικά οι ξερές ζωοτροφές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φάκνα
|