φτωχά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φτωχά < φτωχ(ός) + [1] Δείτε και το μεσαιωνικό φτωχά.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ftoˈxa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φτω‐χά

Επίρρημα[επεξεργασία]

φτωχά

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

φτωχά

Αναφορές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φτωχά < φτωχ(ός) +

Επίρρημα[επεξεργασία]

φτωχά

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

φτωχά