φωνητική χορδή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | φωνητική χορδή | οι | φωνητικές χορδές |
γενική | της | φωνητικής χορδής | των | φωνητικών χορδών |
αιτιατική | τη | φωνητική χορδή | τις | φωνητικές χορδές |
κλητική | φωνητική χορδή | φωνητικές χορδές | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]φωνητική χορδή θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φωνητική χορδή