χάπενινγκ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χάπενινγκ < (λόγιο δάνειο) αγγλική happening [1] με μεταγραφή του ⟨g⟩ ως ⟨νγκ⟩ για έμφαση στην προφορά < happen
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈxa.pe.niŋɡ/ & /ˈxa.pe.niŋ/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χάπενινγκ ουδέτερο άκλιτο
- θεατρικό δρώμενο με στοιχεία αυτοσχεδιασμού
- (κατ’ επέκταση) δρώμενο ή εκδήλωση με θεατρικά στοιχεία, που τραβά την προσοχή και εντυπωσιάζει
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]- χάπενιγκ (με κανονική μεταγραφή για το g)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ χάπενιγκ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)