χαλίφης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χαλίφης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χαλίφης αρσενικό
- μουσουλμάνος ηγεμόνας , απόγονος του Μωάμεθ
χαλίφης αρσενικό