χαρακίρι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χαρακίρι < (άμεσο δάνειο) αγγλική hara-kiri < ιαπωνική 腹切り (はらかり (hara-kiri: κοιλιά-κόψιμο)[1] Στην ιαπωνική η αντίστοιχη έκφραση είναι 切腹 (せっぷく, seppuku).
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xa.ɾaˈci.ɾi/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χαρακίρι ουδέτερο άκλιτο
- τελετουργική αυτοκτονία κοιλιακού εκσπλαχνισμού με ξίφος που εφάρμοζαν παραδοσιακά τα μέλη της ιαπωνικής τάξης των πολεμιστών όταν ατιμάζονταν, καταδικάζονταν σε θάνατο ή διαισθανόταν ότι επίκειται ήττα
- (μεταφορικά) αυτοκαταστροφική πράξη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ χαρακίρι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιαπωνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)