χωματένιος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | χωματένιος | η | χωματένια | το | χωματένιο |
γενική | του | χωματένιου | της | χωματένιας | του | χωματένιου |
αιτιατική | τον | χωματένιο | τη | χωματένια | το | χωματένιο |
κλητική | χωματένιε | χωματένια | χωματένιο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | χωματένιοι | οι | χωματένιες | τα | χωματένια |
γενική | των | χωματένιων | των | χωματένιων | των | χωματένιων |
αιτιατική | τους | χωματένιους | τις | χωματένιες | τα | χωματένια |
κλητική | χωματένιοι | χωματένιες | χωματένια | |||
Προφέρεται με συνίζηση ως παροξύτονο. | ||||||
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xo.maˈte.ɲos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χω‐μα‐τέ‐νιος
Επίθετο[επεξεργασία]
χωματένιος, -α, -ο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χωματένιος
→ δείτε τη λέξη χωμάτινος |
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ωραίος' με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Επίθετα με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ένιος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)