χωριάτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χωριάτα οι χωριάτες
      γενική της χωριάτας
    αιτιατική τη χωριάτα τις χωριάτες
     κλητική χωριάτα χωριάτες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χωριάτα < χωριάτ(ης) + κατάληξη θηλυκού

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /xoɾˈʝa.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χω‐ριά‐τα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χωριάτα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]