ωτορινολαρυγγολογία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ωτορινολαρυγγολογία οι ωτορινολαρυγγολογίες
      γενική της ωτορινολαρυγγολογίας των ωτορινολαρυγγολογιών
    αιτιατική την ωτορινολαρυγγολογία τις ωτορινολαρυγγολογίες
     κλητική ωτορινολαρυγγολογία ωτορινολαρυγγολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ωτορινολαρυγγολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική oto-rhino-laryngologie < αρχαία ελληνική ὠτο- (< οὖς) + ῥιν- (ῥίς) + λάρυγξ + -λογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ωτορινολαρυγγολογία θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]