доба
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- доба < πρωτοσλαβική doba
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
доба (bg)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- πάντα προηγείται κάποιο επίθετο (π.χ. късна доба) ή δεικτική αντωνυμία που τον προσδιορίζουν
Σερβικά (sr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- доба < πρωτοσλαβική doba