שם

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

שם (he) (shem) αρσενικό

Επίρρημα

[επεξεργασία]

שם (he) (sham)