ἀνωστικῶς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀνωστικῶς < λείπει η ετυμολογία

Επίρρημα

[επεξεργασία]

ἀνωστικῶς

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

νέα ελληνικά: