ἐπιτήδεια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἐπιτήδεια < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ἐπιτήδειος (ἐπιτήδειον) συνήθως στον πληθυντικό

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἐπιτήδεια ουδέτερο

  • τα αναγκαία προς το ζην, οι προμήθειες, τα αποθέματα
    ※  5ος πκε αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 6, 74.2
    ἡμέρας δὲ μείναντες περὶ τρεῖς καὶ δέκα οἱ Ἀθηναῖοι ὡς ἐχειμάζοντο καὶ τὰ ἐπιτήδεια οὐκ εἶχον καὶ προυχώρει οὐδέν, ἀπελθόντες ἐς Νάξον καὶ ὅρια καὶ σταυρώματα περὶ τὸ στρατόπεδον ποιησάμενοι αὐτοῦ διεχείμαζον·
    όμως, περίμεναν δεκατρείς μέρες, αλλά επειδή τους ταλαιπωρούσε η κακοκαιρία, τους έλειπαν τα τρόφιμα και δεν γινόταν τίποτε, αποσύρθηκαν στη Νάξο όπου περιχαράκωσαν το στρατόπεδό τους με πασσάλους και οχυρώματα και ξεχειμώνιασαν εκεί.
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
    ※  5ος/4ος πκε αιώνας, Λυσίας, Κατά Διογείτονος, 9
    σὺ οὖν, ἐπειδὴ δεδοκίμασαι καὶ ἀνὴρ γεγένησαι, σκόπει αὐτὸς ἤδη πόθεν ἕξεις τὰ ἐπιτήδεια».
    Εσύ λοιπόν, αφού έχεις υποβληθεί ήδη στη διαδικασία της δοκιμασίας και ενηλικιώθηκες, σκέψου πλέον μόνος σου πώς θα εξασφαλίσεις τα προς το ζην.»
    Μετάφραση: Θ. Κ. Στεφανόπουλος, @greek‑language.gr
    ※  5ος/4ος πκε αιώνας Ξενοφῶν, Ἑλληνικά, 6, 5.50
    οἱ δὲ Θηβαῖοι καὶ οἱ ἄλλοι τὰ μὲν καὶ διὰ τοῦτο ἀπιέναι ἐβούλοντο ἐκ τῆς χώρας, ὅτι ἑώρων ἐλάττονα τὴν στρατιὰν καθ᾽ ἡμέραν γιγνομένην, τὰ δέ, ὅτι σπανιώτερα τὰ ἐπιτήδεια ἦν·
    Οι Θηβαίοι πάλι κι οι υπόλοιποι ήθελαν να εγκαταλείψουν τη χώρα, και για τον λόγο ότι μέρα με τη μέρα έβλεπαν τον στρατό τους να λιγοστεύει, αλλά κι επειδή με την κατανάλωση, τη λεηλασία, τη σπατάλη και τις πυρκαγιές είχαν αρχίσει να λείπουν οι τροφές·
    Μετάφραση (2012, 1η:1966): Ρόδης Ρούφος. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας @greek‑language.gr
    ※  5ος/4ος πκε αιώνας Ξενοφῶν, Πόροι ἢ περὶ Προσόδων, 4.38 @scaife.perseus
    ἔτι δὲ πάντων ἅμα γιγνομένων ἡμᾶς ἂν ἅπαντα δέοι ἐκπορίζεσθαι· εἰ δὲ τὰ μὲν περαίνοιτο, τὰ δὲ μέλλοι, ἡ ὑπάρξασα πρόσοδος τὸ ἐπιτήδειον συγκατασκευάζοι ἄν.
     συνώνυμα: λατινικά commeatus

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

ἐπιτήδεια

Πηγές[επεξεργασία]