ἠξεύρω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἠξεύρω < → δείτε τη λέξη ξέρω
Ρήμα[επεξεργασία]
ἠξεύρω
- άλλη μορφή του ξέρω
- ↪ και νεοελληνικό ιδιωματικό ηξεύρω