ὀξυθύμια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: οξυθυμία, ὀξυθυμία, ὀξυθυμίας
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τὰ ὀξυθύμι
      γενική τῶν ὀξυθυμίων
      δοτική τοῖς ὀξυθυμίοις
    αιτιατική τὰ ὀξυθύμι
     κλητική ! ὀξυθύμι
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ὀξυθύμια < ὀξύθυμος + -ίον

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ὀξῠθῡ́μια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό