ὥστε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ὥστε < αρχαία ελληνική < ὥς + τε
Σύνδεσμος[επεξεργασία]
- ὥστε συμπερασματικός (αποτελεσματικός) σύνδεσμος
- εισάγει δευτερεύουσες προτάσεις που σημαίνουν το πραγματικό ή το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως ή απαρέμφατο
- Οὕτως ἰσχυρόν ἡ ἀλήθεια, ὥστε πάντων ἐπικρατεῖ
- Κραυγήν πολλήν ἐποίουν, ὥστε καί τούς πολεμίους ἀκούειν
- Για ενίσχυση του συμπεράσματος μερικές φορές προτάσσεται στην αρχή περιόδου ή ημιεπεριόδου και τότε εισάγει κύρια πρόταση, όπως και στη νεοελληνική.
- Ὁ χρόνος καί ἡ ἐμπειρία τά μή καλῶς ἔχοντα ἐκδιδάσκει. Ὥστε οὑ δεῖ ἐκ τῶν τοῦ κατηγόρου λόγων τούς νόμους καταμανθάνειν.(Ο χρόνος και η πείρα διδάσκει τι δεν είναι καλό. ΄Ωστε, δεν χρειάζεται να μάθουμε τους νόμους από τα λόγια του κατήγορου.)
- Ὥστε ἐκείνης τῆς νυκτός οὐδείς ἐκοιμήθη. (Κατά συνέπεια, από εκείνη τη νυχτα κανείς δεν κοιμήθηκε)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- δωρικός τύπος : ὥτε, άλλη γραφή: ὧτε