Aldershot

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Aldershot < αγγλοσαξονική alor (σκλήθρα) + sceat (γωνία)[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈɔːldə(ɹ)ˌʃɒt/

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Aldershot (en)

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.