Estonian

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
Estonian Estonians

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Estonian < Estonia + -an

Επίθετο[επεξεργασία]

Estonian (en)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Estonian (en)

  1. (εθνικό όνομα) Εσθονός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Estonian (en)

  1. (γλώσσα) τα εσθονικά, η εσθονική γλώσσα