FCE
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- FCE < First Certificate in English
Συντομομορφή[επεξεργασία]
FCE (en) αρκτικόλεξο
- Πρώτο Πιστοποιητικό (Γλωσσομάθειας) Αγγλικών: πτυχίο γνώσης της αγγλικής γλώσσας