abordeur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.bɔʁ.dœːʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
abordeur abordeurs

abordeur (fr) αρσενικό