affix

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
affix affixes

affix (en)

ενεστώτας affix
γ΄ ενικό ενεστώτα affixes
αόριστος affixed
παθητική μετοχή affixed
ενεργητική μετοχή affixing

affix (en)