along
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
along (en) (χωρίς παραθετικά)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
along (en)
- κατά μήκος, πλάι σε
- ↪ There are many stores along the road.
- Υπάρχουν πολλά μαγαζιά κατά μήκος του δρόμου.
- ↪ The forest stretches along the road.
- Κατά μήκος του δρόμου απλώνεται το δάσος.
- ↪ There were trees all along the road.
- Υπάρχουν δέντρα καθ' όλο το μήκος του δρόμου.
- ↪ Our reinforcements were deployed along the river.
- Οι ενισχύσεις μας αναπτύχθηκαν πλάι στο ποτάμι.
- ↪ There are many stores along the road.