ammoniacus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ammoniacus < αρχαία ελληνική ἀμμωνιακός < Ἄμμων < αρχαία αιγυπτιακά jmn
Επίθετο[επεξεργασία]
ammoniacus, -a, -um
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη αμμωνία
- → δείτε τη λέξη βιταμίνη
- αγγλικά: ammonia
- γαλλικά: ammoniac
- αγγλικά: vitamin
- γαλλικά: vitamine
- ισπανικά: vitamina
- ιταλικά: vitamina
- πολωνικά: witamina