anatomia

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική anatomia anatomiaj
αιτιατική anatomian anatomiajn

anatomia (eo)




Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
anatomia anatomie

anatomia (it)



Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

anatomia (pl) θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]