antispasmodique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɑ̃.ti.spas.mɔ.dik/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
antispasmodique | antispasmodiques |
antispasmodique (fr) αρσενικό ή θηλυκό