atomiseur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
atomiseur atomiseurs

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

atomiseur (fr) αρσενικό