autobiographique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /o.tɔ.bjɔ.ɡʁa.fik/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
autobiographique autobiographiques

autobiographique (fr) αρσενικό ή θηλυκό