autoconservation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)=[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
autoconservation autoconservations

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

autoconservation (fr) θηλυκό