balkanique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bal.ka.nik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
balkanique balkaniques

balkanique (fr) αρσενικό ή θηλυκό