believe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας believe
γ΄ ενικό ενεστώτα believes
αόριστος believed
παθητική μετοχή believed
ενεργητική μετοχή believing

Ρήμα[επεξεργασία]

believe (en)

  • πιστεύω
    I believe in God/in you.
    Πιστεύω στο Θεό/σε σένα.

Πηγές[επεξεργασία]