belle-sœur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

< belle, όμορφη (όρος συμπάθειας), + sœur

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

belle-sœur (fr) θηλυκό

  1. η αδερφή του/της συζύγου (από την άποψη της συζύγου/του συζύγου), η κουνιάδα
  2. η σύζυγος του αδερφού ή του κουνιάδου κάποιου

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]