bi-hebdomadaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
bi-hebdomadaire | bi-hebdomadaires |
Επίθετο
[επεξεργασία]bi-hebdomadaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
bi-hebdomadaire | bi-hebdomadaires |
bi-hebdomadaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό