bibliofil

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bibliofil (ro) αρσενικό


Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bibliǒfiːl/
τυπογραφικός συλλαβισμός: bib‐li‐o‐fil

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bibliofil (sh) (κυριλλική γραφή: библиофил) αρσενικό