blizzard

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
blizzard blizzards

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

blizzard (en)

  1. (μετεωρολογία) η χιονοθύελλα
     συνώνυμα: snowstorm
  2. (μεταφορικά) a blizzard of: πάρα πολλά, πολλά κι ακαταλαβίστικα