calorimétrie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
calorimétrie | calorimétries |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]calorimétrie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
calorimétrie | calorimétries |
calorimétrie (fr) θηλυκό