careless

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός careless
συγκριτικός more careless
υπερθετικός most careless

Ετυμολογία [επεξεργασία]

careless < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈkeə.ləs/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈker.ləs/ (ΗΠΑ)
 

Επίθετο[επεξεργασία]

careless (en)

  1. απρόσεκτος
  2. που δεν ανησυχεί για κάτι, ο αμέριμνος
     συνώνυμα: carefree

Συγγενικά[επεξεργασία]