cenzúra

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: cenzura

Σλοβακικά (sk)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

cenzúra (sk) θηλυκό