clean up

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας clean up
γ΄ ενικό ενεστώτα cleans up
αόριστος cleaned up
παθητική μετοχή cleaned up
ενεργητική μετοχή cleaning up

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
clean up < → δείτε τις λέξεις clean και up

clean up (en)