compose

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας compose
γ΄ ενικό ενεστώτα composes
αόριστος composed
παθητική μετοχή composed
ενεργητική μετοχή composing

Ρήμα[επεξεργασία]

compose (en)

  1. συντάσσω
  2. συνθέτω
  3. (επίσημο) αποτελώ
    Water is composed of oxygen and hydrogen.
    Το νερό αποτελείται από οξυγόνο και υδρογόνο.
     συνώνυμα:  comprise, consist of, constitute, form, make up και represent

Πηγές[επεξεργασία]