diminutif
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- diminutif < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /di.mi.ny.tif/
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | diminutif | diminutifs |
θηλυκό | diminutive | diminutives |
diminutif (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
diminutif | diminutifs |
diminutif (fr) αρσενικό
- το υποκοριστικό, το χαϊδευτικό