domaine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /dɔ.mɛn/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
domaine domaines

domaine (fr) αρσενικό

  1. η περιουσία
  2. το κτήμα
  3. η σφαίρα επιρροής
  4. ο τομέας, ο χώρος
  5. (μαθηματικά) το πεδίο ορισμού
  6. (πληροφορική) ο τομέας

Συγγενικά[επεξεργασία]