elastic

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

elastic (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

elastic (en)

  • το λάστιχο (στα ρούχα ή στις συσκευασίες)