fırıncı

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fırıncı < fırın (φούρνος) + -cı

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fırıncı (tr)