fart about
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | fart about |
γ΄ ενικό ενεστώτα | farts about |
αόριστος | farted about |
παθητική μετοχή | farted about |
ενεργητική μετοχή | farting about |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
fart about (en)