génétique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
génétique | génétiques |
Επίθετο
[επεξεργασία]génétique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
génétique | génétiques |
génétique (fr) αρσενικό ή θηλυκό