generalization

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
generalization generalizations

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˌdʒen.ə r.əl.əˈzeɪ.ʃən/ (ΗΠΑ)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

generalization (en)