gravure
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
gravure | gravures |
gravure (fr) θηλυκό
- η χαρακτική
- η γκραβούρα
- το χαρακτικό
- η ηχογράφηση (δίσκου)